Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2007

H χρήση των καμερών στην εποχή μας (μέρος 3ο)

Εκτός από τις φανερές, υπάρχουν και οι κρυφές κάμερες. Η θετική πλευρά τους αφορά αποκαλύψεις περιπτώσεων διαφθοράς, διακρίσεων, ασυδοσίας και αυθαιρεσίας. Η αμφιλεγόμενη νομιμοποίηση της καταγραφής οπτικού υλικού (μέσω κρυφών καμερών) και της δημοσιοποίησής του μέσω της τηλεόρασης, στηρίζεται στο επιχείρημα ότι αποκαλύπτει παραβατική συμπεριφορά που αφορά δημόσιο συμφέρον. Τα όρια όμως είναι δυσδιάκριτα. Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) αποφαίνεται οτι "σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα(άρθρο 370 Α) η χρήση, ειδικά, πληροφοριών ή μαγνητοφωνημένων ή μαγνητοσκοπημένων ταινιών που αποκτήθηκαν αθέμιτα δεν είναι άδικη, αν η χρήση έγινε από τρίτο που δεν συμμετείχε στην αθέμιτη παραγωγή της μαγνητοφωνημένης ή μαγνητοσκοπημένης ταινίας, ενώπιον οποιασδήποτε δικαστικής ή άλλης ανακριτικής αρχής για τη διαφύλαξη δικαιολογημένου συμφέροντος που δεν μπορούσε να προστατευθεί διαφορετικά και ιδίως σε ποινικό δικαστήριο για την υπεράσπιση του κατηγορουμένου και γενικά αν η χρήση έγινε για την εκπλήρωση καθήκοντος του κατηγορουμένου ή για τη διαφύλαξη έννομου ή άλλου δικαιολογημένου ουσιώδους δημόσιου συμφέροντος.... στην περίπτωση αυτή καθίσταται επιτρεπτή η χρήση αυτών ως αποδεικτικών μέσων". Επίσης η χρήση αποδεικτικών μέσων που έχουν αποκτηθεί με παράνομο τρόπο (κρυφή κάμερα) επιτρέπεται "μόνον χάριν της προστασίας συνταγματικά υπέρτερων έννομων αγαθών (όπως είναι η ανθρώπινη ζωή) του προσώπου που προσκομίζει αποδεικτικό μέσο που αποκτήθηκε κατά παράβαση των διατάξεων".
Tι είναι αθέμιτο και τιμωρείται με φυλάκιση;
Άρθρο 370 παράγραφος 1 του ποινικού κώδικα: Όποιος αθέμιτα παγιδεύει ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο παρεμβαίνει σε τηλεφωνική σύνδεση ή συσκευή με σκοπό να πληροφορηθεί ή να μαγνητοφωνήσει το περιεχόμενο τηλεφωνικής συνδιάλεξης μεταξύ τρίτων. Παράγραφος 2: Όποιος αθέμιτα παρακολουθεί με ειδικά τεχνητά μέσα ή μαγνητοφωνεί προφορική συνομιλία μεταξύ τρίτων που δεν διεξάγεται δημόσια ή μαγνητοσκοπεί μη δημόσιες πράξεις τρίτων...και όποιος μαγνητοφωνεί ιδιωτική συνομιλία μεταξύ αυτού και τρίτου χωρίς τη συναίνεση του τελευταίου. Παράγραφος 3: Όποιος κάνει χρήση των πληροφοριών ή των μαγνητοταινιών ή των μαγνητοσκοπήσεων που αποκτήθηκαν με τους τρόπους που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2.
Ο τηλεοπτικός "δημοσιογράφος" σε πολλές περιπτώσεις αποφαίνεται ως άτυπος δικαστής πριν την κανονική δικη, "καταδικάζοντας" τον καταγραφόμενο, σε ένα σκηνικό ρωμαϊκής αρένας. Υπάρχουν και οι κατάλληλοι δημόσιοι κατήγοροι, που συμπληρώνουν το σκηνικό και αποθεώνουν τον "δημοσιογράφο". Το κοινό επιθυμεί αίμα και ο "δημοσιογράφος" του το προσφέρει. Αλίμονο στον ατυχο πρωταγωνιστή, γιατί εδώ δεν ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι την δικαστική απόφαση. Φυσικά με την δημοσιοποίηση των video αυτών χωρίς την συγκατάθεση των καταγραφομένων, παραβιάζεται η αρχή της προστασίας προσωπικών δεδομένων και δεν είναι λίγες οι φορές που έχουν επιβληθεί υπέρογκα χρηματικά και όχι μόνο πρόστιμα, χωρίς όμως να διαφανεί συμμόρφωση από τους παρανομούντες. Άλλωστε το οπτικό υλικό συμπληρώνεται συχνά και με άσχετο γαργαλιστικό περιεχόμενο, ώστε να κορεστεί η οφθαλμολαγνική και αδηφάγα επιθυμία του κοινού και να ανεβεί η τηλεθέαση.
To επόμενο βήμα στις κρυφές κάμερες της τηλεόρασης αποτέλεσαν οι στρατιές των εργαζόμενων-χαφιέδων που για ένα μεροκάματο δέχτηκαν να εργαστούν για εκπομπή "αποκαλύψεων" άλλου "δημοσιογράφου", σε επιχειρήσεις και καταστήματα, προκειμένου να βγάλουν αποδείξεις για παρανομίες και παρατυπίες. Εδώ έχουμε το εξωφρενικό να θεωρείται ο παρακολουθούμενος a priori ύποπτος και εν δυνάμει ένοχος για τέλεση αδικημάτων! To πόσο αντιδεοντολογικές και παράτυπες είναι οι πρακτικές που περιγραφτηκαν προηγουμένως, αποδεικνύεται από τις επανειλλημμένες διαγραφές από την ΕΣΗΕΑ των εν λόγω "δημοσιογράφων". Παρ'όλα αυτά οι συγκεκριμένοι συνεχίζουν απτόητοι στο δημαγωγικό και λαϊκιστικό έργο τους.

Σύμφωνα με την Ενωση Επαγγελματιών Δημοσιογράφων στις ΗΠΑ, η χρήση της κρυφής κάμερας και άλλες μορφές απόκρυψης της δημοσιογραφικής ιδιότητας επιτρέπονται μόνο όταν ισχύουν όλες οι παρακάτω προϋποθέσεις:
-Οταν η πληροφορία που λαμβάνεται έχει εξαιρετική σημασία. Πρέπει να συνδέεται άμεσα με το δημόσιο συμφέρον, και ή να αποδεικνύει κάποια σημαντική «αδυναμία του συστήματος» σε υψηλό επίπεδο ή να προλαμβάνει κάποια σημαντική βλάβη σε άτομα.
-Οταν όλες οι άλλες μέθοδοι για την εξακρίβωση της ίδιας πληροφορίας έχουν αποτύχει.
-Οταν οι δημοσιογράφοι είναι διατεθειμένοι να αποκαλύψουν τη φύση της παραπλανητικής τους στάσης και να την εξηγήσουν.
-Οταν τα άτομα που κάνουν χρήση αυτών των μεθόδων και τα μέσα ενημέρωσης με τα οποία συνεργάζονται επιδεικνύουν άρτιο επαγγελματισμό και διαθέτουν όλο τον αναγκαίο χρόνο και τους οικονομικούς πόρους για να ολοκληρώσουν πλήρως το δημοσιογραφικό θέμα.
-Οταν η βλάβη που προλαμβάνεται με την αποκάλυψη της πληροφορίας είναι μεγαλύτερη από τη βλάβη που προκαλεί η δημοσιογραφική παραπλάνηση.
-Οταν οι δημοσιογράφοι προτού καταφύγουν στη χρήση τέτοιων μεθόδων εξετάσουν την υπόθεση με επιχειρήματα, συναδελφικό πνεύμα και ελεύθερη κρίση.
Δεν είναι όμως μόνο λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επικαλούνται οι καταγραφείς. Στη δεκαετία του 1990, ο Barrie Goulding κυκλοφόρησε το “Caught in the Act”, ένα video με αποσπάσματα καταγραφών από κάμερες παρακολούθησης, που περιείχε ιδιωτικές στιγμές πολιτών, μεταξύ των οποίων και ένα ζευγάρι που έκανε έρωτα σε ανελκυστήρα. Πρίν από καιρό παρουσιαζόταν στην Ελληνική τηλεόραση εκπομπή με τίτλο Cheaters, στην οποία υποψιασμένοι απατημένοι σύζυγοι ή εραστές ζητούσαν από την εκπομπή να καταγράψει με παρακολούθηση τις κινήσεις της/του εραστή, ώστε να επιβεβαιωθεί η απιστία. Η διαπόμπευση της/του ατυχούς περιλάμβανε την δημοσιοποίηση των επίμαχων σκηνών και την αντιπαραθεση με τήν/τον απατημένο. Υπάρχουν όμως και κρυφές κάμερες που καταγράφουν ιδιωτικές στιγμές σε ξενοδοχεία ή ακόμα και σε δοκιμαστήρια ή τουαλέττες! Στις ΗΠΑ σε 24 πολιτείες θεωρείται παράνομη η χρήση των κρυφών καμερών, έστω κι αν σε ορισμένες περιπτώσεις αφορούν μόνο τις προσπάθειες καταγραφής γυμνού ή μόνο τις τοποθετημένες κρυφές κάμερες.
Στα δικά μας, μόλις στις 28/11/2007, μέλος του ΕΡΣ αποκάλυψε στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, οτι η αστυνομία ζήτησε να διενεργεί παρακολούθηση εισόδου πολυκατοικιών, ακόμη και εσωτερικού διαμερισμάτων, το αίτημά της όμως απορρίφθηκε από την ΑΠΔΠΧ! Το Γ' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), με την υπ' αριθμόν 3.922/2005 απόφασή του, έχει κρίνει ότι η χρήση της κρυφής κάμερας στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή είναι αντίθετη στις συνταγματικές επιταγές.
Παρόλα αυτά η χρήση καμερών για παρακολούθηση πολιτών (από ιδιωτικούς ντέτεκτιβς ή και απλούς πολίτες) έχει αυξηθεί σημαντικά, με τη χρήση ασύρματων καμερών μικρού μεγέθους που κρύβονται ή καμουφλάρονται εύκολα σε συνηθισμένα αντικείμενα, όπως στυλό, βιβλία, ρολόγια τοίχου, ρολόγια χειρός, ξυπνητήρια, PC ηχεία, μπρελόκ για κλειδιά, πακέτα τσιγάρων, ρούχα όπως γραβάτες, ψεύτικα φυτά ή παιδικά παιχνίδια! Οι κρυφές αυτές κάμερες είναι τοποθετημένες επίσης σε θόλους, πίσω από καθρέφτες ή μέσα από τρύπες μεγέθους κεφαλής καρφίτσας,ή φοριούνται στο δάκτυλο.














Ακόμα και παιδιά μαθαίνουν από μικρά την χρήση των κρυφών καμερών, αφού κάποια ιστοσελίδα, μας ενημερώνει οτι τα προϊόντα απευθύνονται και σε παιδιά άνω των 6 ετών όπως για παράδειγμα τα κοινά γυαλιά ηλίου.

Εδώ κρύβεται και το μέλλον των καμερών. Οι φανερές κάμερες θα αποτελούν μουσειακό είδος με ξεπερασμένη τεχνολογία, απλώς για να υπενθυμίζουν στον πολίτη οτι παρακολουθείται. Στην πραγματικότητα την δουλειά θα κάνουν χιλιάδες κρυφές μικροκάμερες τοποθετημένες και καμουφλαρισμένες στα πιο απίθανα σημεία (μέσα σε φωτεινούς σηματοδότες, σε στύλους φωτισμού, σε πινακίδες, σε δέντρα) ή εν κινήσει (σε ανθρώπους, οχήματα). Αποτελεί λοιπόν αφέλεια οποιαδήποτε αντίδραση με σκοπό την καταστροφή των φανερών καμερών, όταν θα υπάρχουν οι φανερές ή κρυφές φορητές μικροκάμερες, όπως και οι σταθερές κρυφές μικροκάμερες. Γι'αυτό και οι βανδαλισμοί που γίνονται στις ήδη τοποθετημένες κάμερες έχουν απλώς συμβολικό και πολιτικό χαρακτήρα.
Την κατάσταση αυτή επιτείνει η εξέλιξη των κινητών τηλεφώνων με ενσωματωμένη κάμερα. Στην Μ.Βρετανία στο τέλος του 2006 κυκλοφορούσαν 33,5 εκατομμύρια τέτοια κινητά τηλέφωνα! Καθένας μπορεί να λαμβάνει εικόνα και να καταγράφει σε video ότι επιθυμεί, μέσω του προσωπικού του κινητού, χωρις την συγκατάθεση αυτών που βιντεοσκοπεί και εν αγνοία τους, και η ιδιωτικότητα του πολίτη γίνεται όνειρο θερινής νυκτός. Από εκεί και πέρα, η κατάσταση γίνεται ανεξέλεγκτη. Το video ή η φωτογραφία μπορεί να κάνει το γύρο του κόσμου, από κινητό σε κινητό, ή από υπολογιστή σε υπολογιστή μέσω π.χ. του Youtube και του Flickr. Το αποτέλεσμα εξαρτάται από το κίνητρο του καταγραφέα. Μπορεί να αποκαλύψει την αυθαιρεσία (κατάχρηση εξουσίας αστυνομικών σε πολίτες) ή να εξευτελίζει τα θύματά του (περίπτωση της μαθήτριας στην Αμάρυνθο).
"Την τελευταία δεκαετία βρεθήκαμε υπό παρακολούθηση από κάμερες ασφαλείας και τον κρατικό Μεγάλο Αδελφό. Οι σημερινοί αδιάκριτοι διώκτες, όμως, είναι απλοί πολίτες με βιντεοκάμερες στα κινητά τους", λέει ο καθηγητής ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, Φρεντ Τέρνερ και το ρεπορτάζ χαρακτηρίζει το φαινόμενο ως "Μεγάλο Εξάδελφο".
Η επιτήρηση όμως μπορεί να γίνει και προς άλλη κατεύθυνση (Counter surveillance): πολίτες φωτογραφίζουν ή βιντεοσκοπούν αστυνομικούς, πελάτες τους καταστηματάρχες, και οι επιβάτες τους οδηγούς ταξί που διαθέτουν κάμερες! Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Steve Mann (καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο) και η ομάδα του. Ο σκοπός του είναι να ενισχύσει την εσωτερική δύναμη του πολίτη στη διαδραστική του σχέση με την τεχνολογία.


Σύμφωνα με τον Steve Mann, σε αντίθεση με το surveillance [επιτήρηση, από το Γαλλικό "sur"(above) και "veiller" (to watch)], υπάρχει ο όρος sousveillance από το Γαλλικό "sous" (below) και "veiller" (to watch), που σημαίνει την καταγραφή μίας δραστηριότητας από ένα από τους συμμετέχοντες. Το πρόβλημα συνίσταται στο τί θεωρείται τυχαίο και τί σκόπιμο σε μια τέτοια καταγραφή. Ο καθένας μπορεί να χρησιμοποιήσει το επιχείρημα οτι το υλικό που κατέγραψε προέκυψε τυχαία. Το υφιστάμενο νομικό κενό σε συνδυασμό με την αναπτυξη της τεχνολογίας και την ολοένα αυξανόμενη χρήση των προσωπικών μηχανημάτων καταγραφής, θα οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις στο μέλλον, οπότε και θα χρειαστεί να μπούν συγκεκριμένοι νέοι κανόνες. Ο Steve Mann χρησιμοποιεί και υποστηρίζει τον όρο equiveillance, ως την εξισορρόπηση ανάμεσα στο surveillance και στο sousveillance, ανεξάρτητα αν η ανισορροπία προέρχεται από την μία πλευρά ή και από τις δύο.
Υπάρχει επίσης ο πολιτικός ακτιβισμός στο διαδίκτυο που λέγεται ‘hacktivism’(από τη συνένωση των λέξεων hack και activism), που περιλαμβάνει δράσεις τόσο μέσω των υπολογιστων όσο και στο δρόμο. Μάλιστα αναπαράγονται εναλλακτικές ειδήσεις, γεγονός που λαμβάνει άλλες διαστάσεις όταν συμβαίνει σε μη δημοκρατικά καθεστώτα. Η χρήση οπτικού υλικού από κάμερες, είναι ζωτικής σημασίας για την υποστήριξη των ειδήσεων αυτών. Η καταγραφή και δημοσιοποίηση όμως βίαιων γεγονότων από μη δημοσιογράφους ήδη ποινικοποιείται στη Γαλλία, ακόμα κι αν πρόκειται για υλικό που αποδεικνύει βία από κρατικούς φορείς.
Η έλλειψη προστασίας του πολίτη από τις κρυφές ή φανερές κάμερες που τον καταγράφουν, οδήγησε ορισμένους να ενημερώνουν μέσω internet για τα σημεία που βρίσκονται κάμερες (όπως στο Μανχάταν), να συστήνουν στον κόσμο να αποφεύγει συγκεκριμένα μέρη ή να ακολουθεί εναλλακτικές διαδρομές χωρίς κάμερες! Επίσης κυκλοφορούν συσκευές που ανιχνεύουν κρυφές κάμερες σε εσωτερικούς ή εξωτερικούς χώρους!



Πολλές φορές όμως οι ίδιοι οι πολίτες επιθυμούν να γίνουν θέαμα, τοποθετώντας κάμερες στο σπίτι τους, συνδεδεμένες με τον υπολογιστή τους και επιτρέποντας σε όποιον θέλει να παρακολουθήσει την καθημερινότητά τους μέσω διαδικτύου. Η έκθεση φτάνει μέχρι και το πορνογραφικό περιεχόμενο. Ακόμα και η σεξουαλικότητα έχει γίνει virtual. Από τους πρώτους και περισσότερο διάσημους ήταν η Jennifer Ringley με το JenniCAM, όταν το 1996 εγκατέστησε μία κάμερα στο δωμάτιο του κολεγίου της, συνεχίζοντας τη ζωή της ενώ χρήστες του διαδικτύου μπορούσαν να παρακολουθήσουν κάθε της στιγμή. Στις στιγμές αυτές περιλαμβάνονταν και αυτές στις οποίες έκανε sex. Όταν κάποιος της ζήτησε να επαναλάβει κάποιες "πόζες" της, η ίδια έκλεισε την κάμερα, αλλά την ξαναενεργοποίησε λίγο καιρό μετά γιατί "ένοιωθε μόνη χωρίς την κάμερα"!


Για κάποιους οι προσωπικές web κάμερες αφορούν μία προσπάθεια να επανέλθει στο προσκήνιο το άτομο, να αντιληφθεί οτι ανήκει στον εαυτό του και μπορεί το ίδιο να διαχειριστεί την εικόνα του και όχι άλλοι για λογαριασμό του. Για κάποιους άλλους πρόκειται για το τελευταίο οχυρό της ιδιωτικότητας που πέφτει, με στόχο την απόλυτη ελευθερία, ως μία πράξη ανατρεπτική! Για τους περισσότερους είναι απλή επιδειξιομανία ή προσπαθεια επικοινωνίας. Στο άρθρο του I am a videocam, ο καθηγητής Tabor υποστηρίζει οτι "η άλγεβρα της επιτήρησης κατασκευάζει τις ονειροπωλήσεις της ηδονοβλεψίας, της επιδειξιομανίας και του ναρκισσισμού". Ξεκινώντας από μία ταπεινή καφετιέρα στο πανεπιστήμιο του Cambridge, οι webcams εξαπλώθηκαν με απίστευτη ταχύτητα σε όλο τον κόσμο. Ο καθένας μπορεί να παρακολουθεί σε πραγματικό χρόνο τι συμβαίνει στο σαλόνι μιας οικογένειας ή στο δωμάτιο ενός φοιτητή χιλιάδες χιλιόμετρα μακρυά. Όμως οι web κάμερες μπορούν να εστιάζουν και σε κοινόχρηστους χώρους, δημιουργώντας τα ίδια ερωτηματικά όπως και οι κάμερες των CCTV, ενώ πρόσβαση έχουν όλοι μέσω internet. Mάλιστα την δυνατότητα να τοποθετούν κάμερες παρακολούθησης σε οποιοδήποτε χώρο, αρκεί να είναι δημόσιος, την κέρδισαν επαγγελματίες bloggers στο Διευρωπαϊκό Δικαστήριο, με το αιτιολογικό οτι εφόσον οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών είχαν εκ του νόμου δικαίωμα να τοποθετήσουν κάμερες παρακολούθησης σε δημόσιους χώρους, τότε και ο καθένας εκ των πολιτών θα είχε τα ίδιο δικαίωμα. Web κάμερες παρακολουθούν και εμφανίζουν ανανεούμενες εικόνες χιλιάδων τοποθεσιών σε όλο τον πλανήτη, επί 24 ώρες,όπως συμβαίνει στο earthcam.

Ας εξετάσουμε τα επιχειρήματα όσων υποστηρίζουν την παρουσία και την καταγραφή των καμερών.
Ένα από αυτά βασίζεται στο γεγονός οτι η πλειοψηφία της κοινής γνώμης διάκειται θετικά στις κάμερες (πιστεύοντας οτι παράγουν αποτελέσματα). Αυτό συμβαίνει γιατί η οργανωμένη χειραγώγηση της κοινής γνώμης περιλαμβάνει την απόκρυψη των αποκαλυπτικών δεδομένων των ερευνών και την προπαγάνδα υπέρ των καμερών στο όνομα της (αμφίβολης εως ανύπαρκτης) ασφάλειας. Στην Μεγάλη Βρετανία, στη κατ'εξοχήν χώρα της παρακολούθησης, οι ληστές στο Λονδίνο αυξήθηκαν κατά 8% από το 2005 μέχρι το 2006, οι επιθέσεις των τσαντάκηδων αυξήθηκαν κατά 12%, τα αδικήματα τα σχετικά με τα ναρκωτικά κατά 16%, ενώ από το 1997 ως το 2006 αυξήθηκαν κατά 33% και οι δολοφονίες. Αλλά ακόμα χειρότερα, από το 2003 μέχρι το 2006 μειώθηκαν κατά 23% και οι καταδίκες αναφορικά με το σύνολο των αδικημάτων, άρα οι κάμερες αδυνατούν να παράσχουν εκείνα τα στοιχεία που θα οδηγούσαν σε αυξημένες συλλήψεις και καταδίκες κακοποιών. Οι εγκληματίες δηλαδή ούτε τις φοβούνται τις κάμερες για να μειώσουν τις δραστηριότητές τους ούτε και συλλαμβάνονται από τις κάμερες. Αλλά και η αποδοχή των πολιτών δεν αφορά όλες τις κάμερες. Σύμφωνα με την μελέτη του Olten, περισσότερο από το 60% των συμμετεχόντων σε αυτή συμφωνούσαν στη άποψη οτι "όσοι δεν έχουν τίποτα να κρύψουν δεν πρεπει να φοβούνται τις κάμερες", ενώ διαφωνούσε μόνο το 18%. Όμως δεν ήταν τόσο απλά τα πράγματα. Όταν εξειδικευόταν το ερώτημα, το ποσοστό άλλαζε. Ενώ υπήρχε αποδοχή για δημόσιους χώρους, όπως τα πάρκινγκ και το μετρό, η αποδοχή μειωνόταν σημαντικά για τους χώρους εργασίας (15%) και τους γύρω από την κατοικία χώρους (37%), που θεωρούνταν χώροι πιό προσωπικοί ή ακόμα και στις πλατείες (47%) στις οποίες υπάρχει μεγαλύτερη κοινωνικότητα. Επίσης στην ερώτηση για τις κάμερες που εστιάζουν σε δημόσιο χώρο η αποδοχή ήταν 26,8% και η αντίθεση 47,6%.
Η αποδοχή των καμερών εκ μέρους των πολιτών οφείλεται επίσης στο οτι η οργανωμένη περιστολή των ελευθεριών στο όνομα της ασφάλειας γίνεται ελεγχόμενα και αργά, στο όνομα και στην προσμονή της ασφάλειας, που δεν έρχεται ποτέ. Πάντα υπάρχει μία αφορμή για την σταδιακή επέκταση του μέτρου. Χθές, η χρήση των καμερών για την κυκλοφορία, σήμερα, για τις διαδηλώσεις, αύριο τι; Ο καθηγητής του Bρετανικού πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, Ρος Αντερσον, συνέκρινε την παρούσα κατάσταση με το βράσιμο ενός βατράχου. Η θερμοκρασία στην κατσαρόλα ανεβαίνει σιγά σιγά κι έτσι εκείνος δεν πηδάει έξω. Αν η ελευθερία περιστέλλεται σιγά σιγά, ο κόσμος συνηθίζει. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αντιλαμβανονται τον κίνδυνο, δεν κατανοούν πόσο σημαντική και πιθανή είναι μία αύξηση της επιτήρησης από το κράτος και τους ιδιώτες, ούτε καταλαβαίνουν οτι ο κίνδυνος δεν προκύπτει από ένα κυβερνητικό πρόγραμμα μόνο, αλλά από ένα αριθμό παράλληλων προγραμμάτων στον τομέα της τεχνολογίας, της δικαιοσύνης και της πολιτικής. Ο συγγραφέας Christian Parenti τιτλοφόρησε το βιβλίο του για την γενικευμένη επιτήρηση The Soft Cage: Surveillance in America from Slavery to the War on Terror, ακριβώς γιατί πρόκειται για ένα τύπο κοινωνικού ελέγχου που είναι "μαλακός", επειδή υπάρχει ελευθερία, σε αντίθεση με ένα τυπικό "σκληρό" αστυνομικό καθεστώς. Από την άλλη πλευρά είναι ενδιαφέρον οτι συγκεκριμένα μεμονωμένα γεγονότα ή κρίσεις, όπως η απαγωγή ενός παιδιού (Μεγάλη Βρετανία) ή μία μαζική δολοφονία σε σχολείο (ΗΠΑ-Ρωσία), μια τρομοκρατική επίθεση (ΗΠΑ-Ρωσία-Μεγάλη Βρετανία) ή η ανησυχία για την εγκληματικότητα, καταστάσεις που προκαλούν φόβο και πανικό στους πολίτες, μπορούν να επηρεάσουν δυσανάλογα δραστικά την άποψή τους για τις κάμερες και να οδηγήσουν την κοινή γνώμη να ζητήσει την επέκταση της λειτουργίας τους, κάτι που μεταφράζεται ως πίεση στους πολιτικούς για δραστικές λύσεις. Βέβαια η τοποθέτηση καμερών δεν πρόκειται να αποτρέψει την επανάληψη αυτών των γεγονότων, αλλά αυτό είναι μία άλλη άσχετη υπόθεση, όσο δημιουργείται η ψευδαίσθηση της ασφάλειας στον πολίτη.

Ένα άλλο επιχείρημα συνίσταται σε αυτή τη αρχή: είναι τόσο εκτεταμένη και οργανωμένη η παρακολούθηση όπως την περιγράψαμε προηγουμένως, που είναι δυνατόν να μας ενοχλούν οι κάμερες;
Στο θέμα της καταπάτησης των ελευθεριών υπάρχουν πολλές κερκόπορτες. Κάθε υποχώρηση εκ μέρους των πολιτών είναι σημαντική και οδηγεί σε περαιτέρω καταστρατήγηση θεμελειωδών δικαιωμάτων που κατακτήθηκαν με κόπο. O καλύτερος τρόπος να επιβάλλεις οπισθοδρομικά μέτρα, είναι να έχεις δημιουργήσει ασφυκτικές καταστάσεις, φέρνοντας σε απόγνωση ή σε απάθεια τους πολίτες και κάνοντάς τους "υπάκοους". Οι σύγχρονοι καιροί είναι δύσκολοι για όλους, και επιβάλλεται εγρήγορση και δράση. Τελικά το ζήτημα αφορά σε σημαντικό βαθμό την ευαισθητοποίηση, την ενημέρωση και την αντιδραση του πολίτη. Κατα μία άποψη οι φανερές κάμερες αποτελούν ένα μικρό μέρος ενός ευρύτερου συστήματος επιτήρησης και αν επικεντρωθούμε σε αυτές βλέπουμε το δέντρο και όχι το δάσος. Όλα όμως έχουν την αξία τους.

Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν οτι είναι νόμιμη γενικά η λειτουργία των καμερών. Η απάντηση είναι απλή: η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) έχει θέσει τις αυστηρές προϋποθέσεις λειτουργίας των καμερών στη χώρα μας. Μέχρι την οριστική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που αναμένεται σύντομα, ισχύουν οι αποφάσεις της ανεξάρτητης αρχής. Αν σε κάποιον δεν αρέσουν, έχει το δικαίωμα να αλλάξει τους νόμους. Αλλά μέχρι να τους αλλάξει, οι νόμοι που ισχύουν σήμερα είναι αυτοί που έχουμε και είμαστε υποχρεωμένοι όλοι να τους εφαρμόζουμε, αλλιώς δεν μπορούμε να μιλάμε για κράτος δικαίου.
Όμως έχουμε και την Επιτροπή της Βενετίας, το αρμόδιο όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης για την εφαρμογή της Δημοκρατίας μέσω του Νόμου, στις 47 χώρες-μέλη του (σ.σ.: της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης), η οποία με πρόσφατη δημόσια παρέμβασή της (Μάρτιος 2007) αποφαίνεται ότι:
1.Η χρήση των καμερών στους δημόσιους χώρους παραβιάζει το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή και στην ελευθερία κινήσεων των πολιτών.
2.Η πρακτική της καθημερινής βιντεοσκόπησης των κινήσεων των πολιτών στους δρόμους έχει αποτέλεσμα τη συγκέντρωση πληθώρας προσωπικών δεδομένων, η χρήση των οποίων είναι ανεξέλεγκτη.
3.Κίνδυνο για τις προσωπικές ελευθερίες αποτελεί και η χρήση, φανερών και «κρυφών», καμερών από ιδιωτικές εταιρείες και φορείς.
Με την παρέμβασή της, η «Επιτροπή της Βενετίας» καλεί τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης να λάβουν άμεσα και συγκεκριμένα μέτρα έτσι ώστε:
1.Να καθιερωθούν και να γνωστοποιηθούν από τις αρχές οι ζώνες των δημοσίων χώρων που «εποπτεύονται» από κάμερες.
2.Να προβούν στη σύσταση ανεξάρτητων εθνικών αρχών (όπως έχει γίνει σε αρκετά Ευρωπαϊκά κράτη), οι οποίες θα μπορούν να εγγυηθούν τη νομιμότητα τόσο της εγκατάστασης όσο και της χρήσης των καμερών στους δρόμους.
Οπως διευκρινίζει η Επιτροπή, στις ανεξάρτητες εθνικές αυτές αρχές θα πρέπει να συμμετέχουν και διαπρεπείς νομικοί, οι οποίοι θα διασφαλίσουν τη νομιμότητα της χρήσης των καμερών σε δημόσιους χώρους, σε συνδυασμό με όσα προβλέπει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η Διεθνής Νομοθεσία για τη συλλογή και επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων.
Δεν χρειαζεται να υπενθυμίσουμε οτι στην Ελλάδα από το 1997 έχουμε συστήσει την αρμόδια ανεξάρτητη αρχή (ΑΠΔΠΧ), την οποία όμως προσπαθούμε να απαξιώσουμε όσο περισσότερο μπορούμε!

Όσοι υποστηρίζουν την λειτουργία των καμερών ανεξαρτήτως χρήσης, χρησιμοποιούν επίσης το κλισέ "δεν έχω τίποτα να κρύψω". Το συμπληρώνουν δε με το επιχείρημα οτι μεγαλύτερη σημασία έχει η σύλληψη των τρομοκρατών ή των κοινών εγκληματιών, παρά η υποκλοπή ενός τηλεφωνήματος ή ενός e-mail, ή η καταγραφή μας με κάμερα (αν και τελικά η επίτευξη του πρώτου δεν προϋποθέτει κατ'ανάγκη την εφαρμογή του δεύτερου).
Ενδιαφέρουσα είναι η άποψη του καθηγητή Νομικής του Πανεπιστημίου Τζώρτζ Ουάσινγκτον Daniel J. Solove, που διατυπώνει στη μελέτη του με τίτλο "I’ve Got Nothing To Hide’ And Other Misunderstandings of Privacy". Υποστηρίζει λοιπόν οτι το πρόβλημα του επιχειρήματος "δεν έχω τίποτα να κρύψω" έχει την βάση του στην υπόθεση οτι η ιδιωτικότητα συνδέεται με την απόκρυψη κακών πραγμάτων. Το αποτέλεσμα είναι να εξομοιώνεται η ιδιωτικότητα με την μυστικότητα και την απόκρυψη. Η αλήθεια είναι οτι η ιδιωτικότητα δεν είναι μονοσήμαντη και επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες. Η ιδιωτικότητα όμως προστατεύει τις πληροφορίες γύρω από το άτομο, γιατί το εκθέτει λιγότερο αλλά και γιατί του δίνει εκείνο το ζωτικό χώρο για να αναπνεύσει, χωρίς να στραγγαλιστεί μέσα από την συνεχή επαφή με τους άλλους. Εξάλλου, οι πληροφορίες που συνοδεύουν το άτομο αξιολογούνται διαφορετικά, ανάλογα με το καθεστώς και το αξιακό σύστημα της εποχής. Κάτι που φαίνεται αθώο σήμερα, αύριο μπορεί να είναι επιλήψιμο. Όσοι θεωρούν τους εαυτούς τους συντηρητικούς, ώστε να πιστεύουν οτι ότι και να κάνουν, ότι και να πουν, δεν έχουν να κρύψουν τίποτα και δεν φοβούνται τίποτα, δεν μπορούν να ξέρουν τι από όλα αυτά θα θεωρείται αύριο επιλήψιμο και θα τιμωρείται, αν η συναναστροφή τους με "υπόπτους", θα τους κάνει και αυτούς υπόπτους, ή ποιά αγαπημένα τους πρόσωπα θα μπουν στο μέλλον σε μαύρες λίστες λόγω των πεποιθήσεων και των πράξεών τους που καταγράφησαν σε κάμερες. Το σημερινό "δεν έχω τίποτα να κρύψω" μπορεί να γίνει το αυριανό "δεν ήξερα οτι ήταν παράνομο"! Οι περισσότεροι κινούνται στο δίπολο "ασφάλεια αντί της ιδιωτικότητας". Στην πραγματικότητα το δίπoλο είναι "ελευθερία αντί του ελέγχου". Η ιδιωτικότητα μετατρέπεται λοιπόν σιγά σιγά σε "μετρητή" ελευθερίας.

Όπως γράφει η εφημερίδα The Economist, "κάποτε ήταν εύκολο να ξεχωρίσει κανείς αν ζεί σε ελεύθερη χώρα ή σε δικτατορία. Σ’ ένα παραδοσιακό αστυνομικό κράτος, οι σπιούνοι είναι παντού, είτε οι ίδιοι είτε το δίκτυο των πληροφοριοδοτών τους, που διαπερνά κάθε χώρο εργασίας, κοινότητα και οικογένεια. Φυλάσσουν τις πληροφορίες τους σε φακέλους που περιέχουν εκατομμύρια κιτρινισμένες σελίδες και η πρόσβαση σε αυτές αποτελεί τόσο αποτελεσματικό εργαλείο τρόμου όσο και οι αίθουσες των βασανιστηρίων. Αυτές τις μέρες, τα δεδομένα για τη γεωγραφική μας θέση, τις αγορές, τη συμπεριφορά και την προσωπική μας ζωή συλλέγονται, φυλάσσονται και ανταλλάσσονται σε μια κλίμακα που κανένας δικτάτορας της παλαιάς σχολής δεν θεωρούσε εφικτή".
Η Γερμανική ταινία Οι ζωές των άλλων έδειχνε το οργουελικό περιβάλλον στην κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία, με τους χιλιάδες χαφιέδες της ασφάλειας, που παρακολουθούσαν τα θύματά τους εντός και εκτός της οικίας τους. Τα θύματα με τη σειρά τους προτιμούσαν τις συναντήσεις σε "ασφαλή" μέρη, γιατί ακόμα και στα σπίτια τους όλα καταγράφονταν.








(εικόνες από εδώ και εδώ)


Η Ανατολική Γερμανία χρησιμοποιούσε ευρέως κάμερες Τσεχοσλοβακικής κατασκευής με Γερμανικό φακό, που τοποθετούσε σε δημόσια κτήρια και ξενοδοχεία, μέσα σε κυλινδρικές κατασκευές στους τοίχους. Στην ταινία ακουγόταν από τη Στάζι το γνωστό επιχείρημα: "αν δεν έχεις κάνει τίποτα παράνομο, δεν έχεις τίποτα να κρύψεις". Το καθεστώς θεωρούσε όμως όλο τον πληθυσμό εν δυναμει αντικαθεστωτικό και επικίνδυνο. Αλλά αυτά συνέβαιναν σε ένα καθεστώς με διώξεις, έλλειψη δημοκρατίας και ελεύθερης έκφρασης. Ποιός περίμενε οτι κάτι ανάλογο θα έβλεπε από την άλλη άκρη του παραπετάσματος, αυτή που επαιρόταν για την δημοκρατία της και την ελευθερία της! Τι διαφορά έχει η κάμερα που "παρακολουθεί" και "ακούει" σε ένα καπιταλιστικό κράτος από αυτήν σε ένα κομμουνιστικό κράτος του (πρώην) υπαρκτού σοσιαλισμού; Όταν οι ΗΠΑ, που έχουν την δυνατότητα παρακολούθησης πολιτών σχεδόν σε όλο τον κόσμο, θέτουν το αμείλικτο δίλημμα "ή μαζί μας ή εναντίον μας", πόσο "αντικαθεστωτικοί" και "επικίνδυνοι" μπορούμε να αισθανόμαστε ή να μας χαρακτηρίζουν, όταν δεν συμφωνούμε με τις πρακτικές τους; Πόσο σίγουρος μπορεί να είναι κάποιος, οτι κάτι που θα πεί χαριτολογώντας στο δρόμο, δεν θα εκληφθεί ως ύποπτο από ένα μελλοντικό συγκεντρωτικό ή ακόμα και τυπικά δημοκρατικό καθεστώς και δεν θα χρησιμοποιηθούν εναντίον του στοιχεία που επιμελώς και για πολλά χρόνια θα έχουν συγκεντρωθεί από όλες τις δυνατές πηγές; Πόσο τρομακτικό δεν είναι να διαμαρτύρεσαι ειρηνικά για τον πόλεμο στο Ιράκ και ταυτόχρονα να καταγράφεσαι στην στρατιωτική αντιτρομοκρατική βάση δεδομένων, με τον τίτλο "δυνητική τρομοκρατική δραστηριότητα" ("potential terrorist activity"),όπως συμβαίνει σήμερα στις ΗΠΑ; Και πόσο ευχάριστο είναι να περπατάς στο δρόμο και να ξέρεις οτι κάποιοι πίσω από ένα μονιτορ σε παρακολουθούν και μπορούν να ακούν τις συνομιλίες σου; Τελικά η ιδιωτικότητά μας (privacy) αρχίζει και τελειώνει στους 4 τοίχους του σπιτιού μας;
To παράδειγμα που αναφέρει ο Διδάκτωρ Νομικής, δικηγόρος Βαγγέλης Μάλλιος είναι χαρακτηριστικό: "το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε οτι στην έννοια της ιδιωτικότητας εμπίπτουν και συμπεριφορές που ακολουθούνται σε δημόσιο χώρο και δικαίωσε την Καρολίνα του Μονακό, ανατρέποντας μάλιστα αντίθετη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας. Επρόκειτο συγκεκριμένα για τη δημοσίευση φωτογραφιών της, οι οποίες την απαθανάτιζαν όχι απλώς να περπατά στο δρόμο ή να ψωνίζει, αλλά να γευματίζει συνοδευόμενη σε χώρο όπου ήταν αντικειμενικά προφανές ότι ήθελε να αποφύγει τα αδιάκριτα βλέμματα των τρίτων".
Γενικά αν ένα άτομο σε φωτογραφίζει ή σε βιντεοσκοπεί σε δημόσιο χώρο δεν υπάρχει νομικό επιχείρημα για την αποτροπή της λήψης και την δημοσίευσή της. Υπάρχουν όμως εξαιρέσεις που βασίζονται στο τι κάνει ο καταγραφόμενος ή αν υπάρχει παρενόχληση από επαναλαμβανόμενη καταγραφή. Στην αναδιάταξη των σχέσεων δημοσίου και ιδιωτικού, η έννοια της ιδιωτικότητας δεν οριοθετείται πλέον από τη χωρική απομόνωση του σπιτιού μας. Αντίθετα, περιλαμβάνει την αξίωση του καθενός να γίνονται σεβαστές οι ιδιωτικές του επιλογές και ο «προσωπικός του κόσμος», ακόμα και όταν βρίσκεται σε δημόσιο χώρο.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα καθορισμού της ιδιωτικότητας σε σχέση με την ελευθερία του ατόμου είναι το ακόλουθο: Το 1995, ο Geoff Peck έκοψε τις φλέβες των καρπών του σε μία απόπειρα αυτοκτονίας, στο Brentwood του Εssex. To σύστημα παρακολούθησης της πόλης το κατέγραψε και ειδοποιήθηκε η αστυνομία. Αν και ο Peck ευχαρίστησε το δημοτικό συμβούλιο για τη σωτηρία του, ταυτόχρονα το κατήγγειλε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, επειδή δόθηκε στα ΜΜΕ κομμάτι από το video, χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος. Ξαφνικά, ο καθένας ήξερε και μπορούσε να δεί την απόπειρα του Peck. Μπορεί να δεί κανείς την υπόθεση ως μία μάχη ενός καθημερινού ανθρώπου να πραγματοποιήσει μια προσωπική ενέργεια, εναντίον του δικαιώματος του συμβουλίου να χρησιμοποιήσει αποσπάσματα του video για λαϊκή κατανάλωση. Ταυτόχρονα όμως πρόκειται και για μία διαμάχη για το αν το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα αντιστρατεύεται το δικαίωμα προσωπικών ενεργειών, όπως η χρήση κάμερας σε δημόσιο χώρο. Αν ο Peck κέρδιζε τη δίκη, τότε οι δημόσιοι χώροι θα γίνονταν λιγότερο δημόσιοι και λιγότερο ελεύθεροι για τον καθένα από εμάς. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δικαίωσε τον Peck και του επιδίκασε 11,800 ευρώ για ηθική βλάβη και 18,075 ευρώ για τα δικαστικά έξοδα.
Πέραν όμως των νομικών επιχειρημάτων, υπάρχει το μεγάλο ζήτημα της κοινωνικής αλληλεγγύης. Όσο θα υπάρχουν συμπολίτες μας που θα διαμαρτύρονται για την καταπάτηση των ατομικών τους δικαιωμάτων, είμαστε υποχρεωμένοι ως κοινωνία να τους συμπαρασταθούμε. Δεν έχει σημασία αν πρόκειται για μικρή ή μεγαλύτερη μειοψηφία. Δεν έχει σημασία αν εμείς δεν αντιλαμβανόμαστε την κατάσταση ως καταπίεση. Ας δούμε την ουσία της υπόθεσης: μήπως το ίδιο το κράτος, ο θεματοφύλακας του νόμου, είναι αυτός που κάποιες φορές τον παραβιάζει; πόση δύναμη έχει ένας μεμονωμένος πολίτης που υφίσταται αυτήν την αυθαιρεσία μπροστά σε ένα πανίσχυρο κρατικό μηχανισμό; πόση νομιμοποίηση μπορεί να έχει ένα κράτος, που στο όνομα μιας σχετικής πλειοψηφίας, ψηφίζει ανελεύθερους νόμους; και ποιά είναι η αντίδραση του μέσου πολίτη που παρακολουθεί αμέτοχος και από απόσταση τα τεκταινόμενα; Σε όσους λοιπόν υποστηρίζουν οτι δεν έχουν τίποτα να κρύψουν και επιθυμούν τις κάμερες συλλήβδην, θα τους απαντήσω οτι και εγώ δεν έχω τίποτα να κρύψω, και εγώ δεν κάνω κάτι παράνομο, αλλά συμπαρίσταμαι σε αυτούς που βιώνουν προσωπικά την καταπίεση και δεν κοιτάζω μόνο τον εαυτούλη μου.

Η ψυχολογική επίπτωση της παρουσίας των καμερών είναι αξιοσημείωτη, τόσο στην εμπέδωση της αίσθησης της ασφάλειας, όσο και της αίσθησης της ψυχολογικής πίεσης από την παρουσία τους. Η αίσθησης ασφάλειας ενισχύεται από τον αριθμό των καμερών και τα σημεία τοποθέτησής τους και όχι τόσο από την αποτελεσματικότητά τους. Όσο περισσότερες, τόσο καλύτερα, αποφαίνεται ο πολίτης με ικανοποίηση. Οι έρευνες όμως δείχνουν οτι η εγκληματικότητα δεν μειώθηκε, αλλά ο κόσμος εξακολουθεί να αισθάνεται πιο ασφαλής! Στην πραγματικότητα η εγκληματικότητα σπάνια αποτρέπεται, απλώς μπορεί να εξιχνιαστεί συχνότερα. Υπάρχουν οι παραβάτες του νόμου που δεν θέλουν να αποκαλυφθούν. Θα κάνουν τα πάντα για αυτό: θα αποφύγουν τις κάμερες ή θα καλύψουν τα χαρακτηριστικά τους. Υπάρχουν και αυτοί που θέλουν την δημοσιότητα, θέλουν να καταγραφεί η ενέργειά τους και οι κάμερες τούς δίνουν αυτήν την ευχαρίστηση: όσοι θα κάνουν τρομοκρατική επίθεση ζωσμένοι με εκρηκτικά, όσοι έχουν το βίτσιο της προβολής και της επίδειξης.
Η ασφάλεια όμως αφορά και την προστασία από κάθε είδους επιθετική και αυθαίρετη συμπεριφορά και ειδικά την κατάχρηση εξουσίας, όπως αυτή των αστυνομικών. Μέχρι τώρα ο πολίτης βρισκόταν στο έλεος των αστυνομικών, οι οποίοι αμυνόμενοι για αυθαιρεσίες τους, κατηγορούσαν τους πολίτες για αντίσταση κατά της αρχής. Οι κάμερες στις ΗΠΑ έχουν δικαιώσει τους πολίτες σε πολλές περιπτώσεις, όπως αυτή των διαδηλωτών εναντίον του Μπους στο συνεδρίο των Ρεπουμπλικανων το 2004 ή του ξυλοδαρμού του Rodney King από αστυνομικούς του Λος Αντζελες το 1991.

Το γεγονός της καταγραφής απο κάμερες, έχει κανει πιο προσεκτικούς και τους ίδιους τους αστυνομικούς, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις το ενοχοποιητικό υλικό "χανεται" κάτω από περίεργες συνθήκες! Όμως μπορεί κάποιος να ισχυριστεί οτι δεν χρειάζεται να περιμένει τις κάμερες κλειστού κυκλώματος για να τον δικαιώσουν, όταν υπάρχουν τα κινητά τηλέφωνα για να καταγράψουν την αυθαιρεσία (παράδειγμα o ξυλοδαρμός του φοιτητή στη Θεσσαλονίκη, υπόθεση ζαρντινιέρα).

(εικόνα από εδώ)

Από την άλλη μεριά υπάρχει αυξανόμενη ψυχολογική πίεση που προκύπτει όχι μόνο από τις κάμερες, αλλά από όλα τα συστήματα καταγραφής. Η έρευνα του ACLU ισχυρίζεται οτι η παρακολούθηση σε δημόσιο χώρο προκαλεί στον κόσμο αρκετά λιγότερη εμπιστοσύνη στην πεπερασμένη ελευθερία που έχουν, να δράσουν, να μιλήσουν και να σχετιστούν μεταξύ τους. Ταυτόχρονα μπορεί να δημιουργήσει πρόβλημα στη καθημερινότητα του ατόμου. Σε μία σειρά από ερωτήματα όπως: έχεις παραβρεθεί σε πολιτική συγκέντρωση; έχεις αναζητήσει θεραπεία από ψυχίατρο; έχεις πιεί ποτό σε gay bar; έχεις επισκεφτεί κλινική γονιμότητας;, η δημοσιογράφος Katherine Mangu-Ward απαντά οτι όση και να είναι η επιτήρηση και η παρακολούθηση, αυτή δεν θα επηρεάσει τον πολίτη. Εγώ δεν θα ήμουν τόσο σίγουρος για την απάντηση. Όσοι αποδέχονται τις κάμερες και διατείνονται οτι δεν έχουν τίποτα να κρύψουν, είναι συνήθως άνθρωποι χαμηλού προφίλ, χωρις ιδιαίτερη σχέση με τα κοινά και την πολιτική, που ανήκουν στις μάζες που δεν διακρίνονται, σε πρώτη ανάγνωση, για κάποια ιδιαιτερότητά τους. Δεν φαντάζονται με ποιόν τρόπο θα ενδιαφέρουν την πολιτεία (ή οποιονδήποτε άλλο) οι δραστηριότητές τους. Θέλουν την ησυχία τους και την ασφάλειά τους και τίποτε άλλο. Δεν ενδιαφέρονται για τις περιπέτειες των άλλων, αφού νομίζουν οτι αυτές δεν θα αγγίξουν τους ίδιους. Όμως απλοί άνθρωποι, σαν τους παραπάνω, υφίστανται την καθημερινή ιδιαίτερη μεταχείρηση των διαχειριστών του συστήματος παρακολούθησης και έχοντας γνώση της κατάστασης, θα επιθυμούσαν να αποφύγουν την καταγραφή της εικόνας τους από όλους τους αόρατους παρατηρητές. Τέτοιοι καθημερινοί άνθρωποι είναι οι ακόλουθοι:
Μειονότητες: ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα με την παρακολούθηση μέσω καμερών είναι η τάση των αστυνομικών και των φυλάκων ασφάλειας να απομονώνουν συγκεκριμένους ανθρώπους προς έλεγχο. Μία μελέτη για την παρακολούθηση στην Μ.Βρετανία, αποκάλυψε οτι οι μαύροι είχαν μιάμιση μέχρι δυόμιση περισσότερες πιθανότητες να παρακολουθούνται σε σχέση με τους υπολοίπους. Μάλιστα ενδιαφέρον έχει το γεγονός οτι δεν υπήρχε συγκεκριμένος λόγος για το 40% αυτών που παρακολουθούνταν, πέραν της εθνικότητας ή της εμφάνισής τους.
Γυναίκες: στη μία από τις 10 γυναίκες που παρακολουθούνταν, ο λόγος ήταν...το μπανιστήρι. Μάλιστα το 1998 ένας αξιωματικός της αστυνομίας του Μπρούκλιν έβαλε τις φωνές σε υφιστάμενούς του, που έπαιρναν μέσω καμερών φωτογραφίες σε στήθη και οπίσθια γυναικών.
Νεολαία: κυρίως μαύροι νεαροί, ιδίως αν φορούσαν ευρύχωρα παντελόνια ή είχαν ξυρίσει το κεφάλι τους.
Οι Οutsiders: υπάρχει μία τάση των χειριστών των καμερών να επικεντρώνουν σε όσους δείχνουν "ξένοι" στο περιβάλλον, όπως όσοι χαζεύουν στι βιτρίνες των μαγαζιών ή οι άστεγοι και δεν είναι τυχαίο οτι μέσα σε αυτούς βρίσκονται και κάποιοι που δείχνουν την αντίθεσή τους στις κάμερες.
Ακτιβιστές: η εμπειρία δείχνει οτι οι κάμερες μπορεί να χρησιμοποιηθούν στην παρακολούθηση ακτιβιστικών, πολιτικών ή συνδικαλιστικών ομάδων που συνδιαλέγονται νόμιμα. Για παράδειγμα, αρκετά χρόνια πριν, το Κολλέγιο της Νέας Υόρκης βρέθηκε σε δύσκολη θέση, όταν αποκαλύφθηκε οτι η διεύθυνση είχε τοποθετήσει κάμερες στα μέρη συνάντησης των σπουδαστών.
Οποιοσδήποτε άλλος: ας το παραδεχτούμε. Όλοι κάνουμε νόμιμα πράγματα, αλλά εξακολουθούμε να μη θέλουμε να τα μοιραστούμε με όλο τον κόσμο. Να φιλήσουμε την/τον αγαπημένο μας στο δρόμο, να δώσουμε συνέντευξη για δουλειά χωρίς να το ξέρει ο εργοδότης μας, να επισκεφτούμε ένα ψυχίατρο-υπάρχουν καθημερινές δραστηριότητες που συνιστούν τις προσωπικές ιδιωτικές ζωές μας. Αν και δεν υπάρχει κάτι παράνομο σε αυτές, υπάρχουν όμως πολλοί καλοί λόγοι που επιλέγουμε να τις κρατήσουμε κρυφές από τους συναδέλφους στη δουλειά, τους γείτονες και οποιονδήποτε άλλο.
Στο βιβλίο με τίτλο The Maximum Surveillance Society: The Rise of CCTV που έγραψαν οι Clive Norris και Gary Armstrong το 1999, περιγράφεται η κοινωνία της επιτήρησης σε μία σειρά από έργα όπως το Brave New World του Aldous Huxley, το 1984 του George Orwell, το τραγούδι “Every Breath You Take” των Police, το Rear Window του Hitchcock μέχρι την ιδέα του Panopticon.

(εικόνα από εδώ)

Το Panopticon (Πανοπτικόν) ήταν εφεύρεση του Βρετανού στοχαστή του 19ου αιώνα Jeremy Bantham, που το αντιλαμβανόταν ως μία πρότυπη φυλακή όπου οι ένοικοι δεν κακοποιούνται ή περιορίζονται στις κινήσεις τους, αλλά παρακολουθούνται συνεχώς από κάποιο κέντρο, χωρίς οι ίδιοι να γνωρίζουν την έκταση της παρακολούθησης, δημιουργώντας την αίσθηση μίας αόρατης πανεπιστήμονος δύναμης, που τα βλέπει και τα γνωρίζει όλα. Σύμφωνα με τον Bentham, επρόκειτο για ένα μοντέλο επιβολής δύναμης από ένα ανθρώπινο νού σε ένα άλλο. Ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκώ υποστηρίζει στο βιβλίο του "Ο Πανοπτισμός", οτι η φιλοσοφία του Panopticon επεκτείνεται στην ίδια την κοινωνία, δημιουργώντας μία νέα δυναμική μεταξύ αυτών που παρακολουθούν και αυτών που παρακολουθούνται και οτι "το μείζον αποτέλεσμα του “Πανοπτικού” είναι το ακόλουθο: να υποβάλλει στον κρατούμενο μια συνειδητή και μόνιμη, εις βάρος του, κατάσταση ορατότητας, που εξασφαλίζει την αυτόματη λειτουργία της εξουσίας".
Οι συγγραφείς (Norris και Αrmstrong) πάντως παρουσιάζουν την άποψη οτι δεν είναι γενικώς λανθασμένη η επιτήρηση, υποστηρίζοντας οτι κάποια στοιχεία των πολιτών απαιτούνται για την σωστή λειτουργία των κυβερνητικών υπηρεσιών, που εξυπηρετούν εν τέλει τους πολίτες. Το μεγαλύτερο σφάλμα που μπορεί να κάνει κανείς είναι η γενίκευση. Δεν είναι όλες οι χρήσεις των καμερων καταδικαστέες. Όμως και η γενίκευση προς την άλλη κατεύθυνση λειτουργεί ισοπεδωτικά. Αλλά και η έκταση χρήσης των καμερών έχει ιδιαίτερη σημασία. Όπως αναφέρει ο καθηγητής του ΑΠΘ Νίκος Παρασκευόπουλος: "αν ελάχιστοι μεμονωμένοι και ευάλωτοι δημόσιοι χώροι επισκοπούνται με κάμερες, μετά από νομοθετικά προβλεπόμενη διαδικασία έγκρισης από την ειδική Αρχή, τότε συντρέχει συγκεκριμένο όφελος ασφάλειας με μικρό κόστος ελευθεριών. Ο πολίτης μπορεί να μη συναντά καθόλου στο δρόμο του τα ελάχιστα επιτηρούμενα σημεία ή να μην περνά από τη γειτονιά, εφόσον ειδοποιείται με επιγραφές για την επιτήρηση". Άλλωστε πόσοι είναι οι πιθανοί στόχοι εγκληματικών ή τρομοκρατικών ομάδων μέσα σε μία πόλη σαν την Αθήνα;
Γιατί λοιπόν παρακολουθούνται οι πολίτες; Σε έρευνα που έγινε, οι λόγοι που οδηγούν στην παρακολούθηση υπόπτων ανήκουν σε 4 κατηγορίες: έγκλημα, διατάραξη της τάξης (μεθυσμένοι, ενοχλητικοί κά), χωρίς λόγο (!) και άλλα (κυκλοφορία, αναζήτηση αγνοούμενου κα). Από το σύνολο των παρακολουθούμενων το μεγαλύτερο ποσοστό (36%) αποτελούσε η κατηγορία "χωρίς λόγο" (!), ενώ δεν έπαιζε ρόλο η ύποπτη συμπεριφορά αλλά η κατηγοριοποίηση που συνδεόταν με κάποια απόκλιση, όπως η εμφάνιση, το ντύσιμο, η φυλή ή η ταυτοποίηση με μία κοινωνική υποομάδα. Ο προβληματισμός των συγγραφέων εστιάζεται στην δυνατότητα αυτοματισμού στην ταυτοποίηση πιθανών υπόπτων και στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των συστημάτων και ζητούν από το κοινό και τις κυβερνήσεις τους να σκεφτούν πώς οι νεες τεχνολογίες της μαζικής επιτήρησης μπορούν να χαλιναγωγηθούν ώστε να ενθαρρύνουν την συμμετοχή παρά τον αποκλεισμό, να ενισχύσουν την προστασία του ατόμου παρά να την μειώσουν και να χρησιμοποιηθούν για καλούς παρά για κακοήθεις σκοπούς.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες η μέρα κατά την οποία ολόκληρη η ζωή μας, από τη γέννηση έως το θάνατο, θα καταγράφεται με τη βοήθεια ενός δικτύου «έξυπνων» ανιχνευτών βρίσκεται πολύ κοντά.
Ο Martin Sadler από τη Hewlett Packard, αναφέρει ότι έως το 2057 θα υπάρχουν τουλάχιστον ένα εκατομμύριο συσκευές για κάθε κάτοικο της Μεγάλης Βρετανίας. Πολλές από τις εφαρμογές των νέων συστημάτων παρακολούθησης θα είναι ακίνδυνες και κατά γενική ομολογία αθώες. Ωστόσο υπάρχει πάντα ο φόβος της πιθανής κακομεταχείρισης των δεδομένων και των δικτύων που θα κατέχουμε. Όσα περισσότερα μέσα καταγραφής και παρακολούθησης θα έχει κάποιος στη διάθεσή του, τόσο πιο επικίνδυνη θα γίνεται η ανεξέλεγκτη χρήση των δεδομένων που θα προκύπτουν, αν δεν υπάρχει το κατάλληλο νομικό καθεστώς και ο απαραίτητος έλεγχος, που θα διασφαλίζει τις ελευθερίες των πολιτών, χωρίς όμως να τους στερεί την ασφάλειά τους.

7 σχόλια:

ΠΡΕΖΑ TV είπε...

Νομιμοποιείται με ρύθμιση του υπουργείου Δικαιοσύνης
η γενικευμένη και προληπτική
ηλεκτρονική παρακολούθηση των διαδηλωτών
με πρόσχημα τη δημόσια ασφάλεια.

Τι θα λεγατε να μαζευτουμε στο Συνταγμα,
φορωντας μασκες,
κανοντας μια βουβη διαδηλωση
εναντια στη νομιμοποιηση των καμερων;;;

ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ.

Παντελής Οικονόμου είπε...

Φίλε "πρέζα tv", η απαξίωση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα με την απόφαση Σανιδά άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου. Να δούμε πόσο μακρυά θα φτάσουν. Περιμένω και την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Όσο για την πρόταση της συγκέντρωσης, αν και αποτελεί μία καλή εκδήλωση διαμαρτυρίας, κατά την ταπεινή μου άποψη δεν οδηγεί πουθενά, όπως και όλες οι άλλες διαδηλώσεις που έχουν γίνει. Σύμφωνα με την έρευνα της Καθημερινής του Ιανουαρίου, το 61% είναι υπέρ των καμερών. Αυτό το ποσοστό δείχνει έλλειψη ενημέρωσης, γνώσης, οξυδέρκειας, προβληματισμού και κοινωνικής αλληλεγγύης. Αν γίνουμε κάποια στιγμή Άνθρωποι, ίσως υπάρξει ελπίδα στο μέλλον. Προς το παρόν δηλώνω απογοήτευση.

Ανώνυμος είπε...

Είναι πολύ μεγάλα τα κείμενα. Όπως καταλαβαίνεις και απωθητικά για τον απλό χρήστη. Είχα βέβαια διαβάσει το πρώτο αλλά τα άλλα δυο θα τα κάνω ένα word με το πρώτο για να το διαβάσω με την ησυχία μου...

Παντελής Οικονόμου είπε...

Έχεις δίκιο φίλε evangelos. Το τρίτο μέρος, επειδή ήταν μεγάλο, σκόπευα να το χωρίσω σε 2 μέρη, αλλά οι πολλές συνέχειες κουράζουν και αυτές. Με προβληματίζει το γεγονός της μειωμένης επισκεψιμότητας, παρ'όλο που θεωρώ οτι τα τελευταία κείμενά μου είναι πολύ καλύτερα από τα μικρότερα και πιο θεωρητικά προηγούμενά μου. Παλιότερα αρκούσαν 1-2 ώρες προετοιμασία για κάθε κείμενο. Τώρα απαιτούνται μέρες και εβδομάδες! Το θετικό στοιχείο είναι οτι τα κείμενα δεν χάνουν την αξία τους, γιατί τα θέματα είναι σημαντικά και διαχρονικά. Άρα μπορεί κάποιος να τα διαβάσει με την άνεσή του όποτε θέλει και μπορεί. Όταν πάντως θα ασχολούμαι με μεγάλα θέματα, το αποτέλεσμα (ευτυχώς και δυστυχώς ταυτόχρονα)που θα προκύπτει θα είναι ανάλογο σε όγκο. Άλλωστε δεν κάνω πλέον συχνές αναρτήσεις. Από την επίπονη προετοιμασία των κειμένων μου, κερδίζω σε γνώσεις πρώτος εγώ και στη συνέχεια όποιοι έχουν την υπομονή και το κουράγιο να με διαβάζουν.
Πάντως φίλε evangelos, με ενθαρρύνει το γεγονός οτι έστω και κάποια άλλη στιγμή, σκοπεύεις να διαβάσεις και τα άλλα 2 μέρη.

iQfish είπε...

allo ena vhma mprosta....

mias kai to teliwses to 8ema me tis kameres, den 8a htane kako na exeis enan epilogo me thn proswpikh sou apopsh ;)

eyge kai pali ..

kai opws elege kai trismegistos Tim Leary ..
"think for yourselves, question authorities"

Παντελής Οικονόμου είπε...

Φίλε iqfish σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.
Νομίζω οτι τα στοιχεία που παραθέτω και τα επιχειρήματα που χρησιμοποιώ, τα λένε όλα. Πάντως σε ορισμένες ιδιαίτερες περιπτώσεις, αφήνω τον αναγνώστη να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα. Η προσωπική μου άποψη είναι σε γενικές γραμμές αρνητική για τις κάμερες, εκτός συγκεκριμένων καταστάσεων και συνθηκών, στις οποίες πρέπει να υπάρχει πάντα η έγκριση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και οι ενέργειες να συμφωνούν με την Ευρωπαϊκή νομοθεσία. Οι κάμερες πάντως αποτελούν μικρό κομμάτι της γενικευμένης επιτήρησης, που μένει ανεξέλεγκτη λόγω της ταχύτατης τεχνολογικής εξέλιξης και της έλλειψης πολιτικού ελέγχου. Άρα το θέμα είναι πολύ ευρύτερο. Κάποια στιγμή πρέπει να ασχοληθούμε με την καταπάτηση των δικαιωμάτων των πολιτών και των προσωπικών δεδομένων τους, στα πλαίσια αυτής της επιτήρησης. Επίσης πρέπει να δούμε με ποιούς άλλους τρόπους μπορούμε να προστατευτούμε από όσους (κράτος, εταιρείες, ιδιώτες) εισβάλλουν με τον βάρβαρο αυτό τρόπο στην ιδιωτικότητά μας.

iQfish είπε...

Φίλε μου, πραγματικά δεν ξέρω εαν υπάρχει κάτι που μπορούμε να κάνουμε πλέον , σε όλη αυτη τη Νέα Τάξη πραγμάτων.Είναι τόσο γενικευμένο , παγκόσμια , που θεωρώ οτι φεύγει πλέον απο τις όποιες δυνάμεις μας.
Όσο ο απλός πολίτης , αδιαφορεί για αυτά που γίνοντε γύρω μας , όσο στηρίζουνε τον τρόπο σκεψης τους, άλο τόσο τα πράγματα θα γίνοντε μίζερα και δύσκολα για κάποιους..

Δυστυχώς όμως οι "επαναστάσεις" στην ιστορία , 3εκίνησανε είτε απο πεινασμένο κόσμο , είτε απο λόγιους. Τουλάχιστον στα αναπτηγμένα κράτη, οι φτωχοί ακόμη δεν έχουνε ξυπνήσει , και οι λόγιοι απλά δεν υπάρχουνε...

Το μέλλον φαντάζει σαν μυθιστόρημα απο Spinrad ..

Και πάλι μπράβο για την έρευνα σου.

iQ